Archive for July, 2011

July 6, 2011

Το σχέδιο νόμου για τα ΑΕΙ

 

 Τα ελληνικά πανεπιστήμια πρέπει να αποκτήσουν ένα νέο καταστατικό νόμο, ο οποίος θα   απαντήσει στις αδυναμίες του προηγούμενου νόμου και στα εκφυλιστικά φαινόμενα που επέτρεψε, και από την άλλη, θα δημιουργήσει τους όρους ώστε το πανεπιστήμιο να  προσανατολιστεί σε μια εποχή γνώσης. Αυτήν ωστόσο τη νέα εποχή δεν πρέπει να την βλέπουμε ανυποψίαστα. Κάθε καινούργια εποχή δεν έρχεται για να λύσει τα προβλήματα της προηγούμενης. Δημιουργεί η ίδια μια νέα πραγματικότητα με τα δικά της προβλήματα.    Το σύγχρονο πανεπιστήμιο, σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο ακολουθεί ασθμαίνοντας την  εκθετική επιτάχυνση της γνώσης, αλλά περιορίζονται οι ευκαιρίες απασχόλησης των αποφοίτων του,    με αποτέλεσμα   αυξανόμενη πίεση να περιοριστεί το  μέγεθος και το κόστος του, πράγμα που με τη σειρά του πλήττει περισσότερο τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και την βασική έρευνα. Δημιουργείται δηλαδή μια νέα ιεραρχία πανεπιστημίων, νέες ιεραρχίες εντός πανεπιστημίων και νέες ιεραρχήσεις αξιών και προτεραιοτήτων. Αυτό συμβαίνει παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα, ακολουθώντας τον τύπο αλλαγών που επιβάλλονται και στην υπόλοιπη κοινωνία.

            Οι Πρυτάνεις και οι Πανεπιστημιακοί στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και των μεταρρυθμιστών, έχασαν την ευκαιρία να προτείνουν ένα ριζοσπαστικό σχέδιο το οποίο θα διόρθωνε τις αδυναμίες που όντως έχουν αναδειχθεί στα ελληνικά πανεπιστήμια, διασώζοντας τον πυρήνα της δημοκρατικής λειτουργίας και εμφυσώντας του νέα ζωή.  Αλλά, ας μην τρέφουμε αυταπάτες, ούτε   το  νομοσχέδιο απαντά στις υπαρκτές αδυναμίες.   Κανείς δεν τις λαμβάνει υπόψη του. Η κυβέρνηση έρχεται να επιβάλει ένα νέο μοντέλο διοίκησης και διαχείρισης των πανεπιστημίων, το οποίο παίρνει την ευθύνη από την ακαδημαϊκή κοινότητα και την αναθέτει σε μάνατζερς. Αυτό το ίδιο μοντέλο, μαζί με τις τριετείς σπουδές, τις ποσοτικές αξιολογήσεις, τις πιστοποιήσεις, τις λογοδοσίες  και άλλα προς εντυπωσιασμό, πλην κενά περιεχομένου  στοιχεία,  επιβλήθηκαν σε όλη την Ευρώπη, επί δικαίων και αδίκων, ανεξαρτήτως δηλαδή των επιδόσεων και της κατάστασης των πανεπιστημίων. Πρόκειται για μια ιδεολογική επιβολή. Για μια αλλαγή πολιτικού παραδείγματος. Επιχειρήματα του τύπου, «δεν θα ανακαλύψουμε εμείς τον τροχό»,    και  «προσαρμοζόμαστε στα ευρωπαϊκά μοντέλα» δεν ισχύουν, γιατί και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει μεγάλη αντίσταση σε αυτό το καινοφανές και εκεί μοντέλο λειτουργίας και διοίκησης των πανεπιστημίων, και από τα εγκυρότερα επιστημονικά περιβάλλοντα.

Δυστυχώς πρόκειται για άλλη μια χαμένη ευκαιρία μεταρρύθμισης, γιατί το καινούργιο κουστουμάκι που πάει να φορεθεί στα πανεπιστήμια θα θέλει άλλα 10 χρόνια, τουλάχιστον,  για να ρονταριστεί και να λειτουργήσει, αν δεν καταστρέψει ότι με κόπο χτίστηκε στα προηγούμενα χρόνια. Εκείνο που δεν πρέπει να χάσουμε από την οπτική μας είναι ο στόχος του νέου μοντέλου: περιορισμός των μεγεθών της εκπαίδευσης, λιγότεροι φοιτητές, επισφάλεια των διδασκόντων, περιορισμένος χρόνος εκπαίδευσης, ενίσχυση των ιεραρχιών και συγκεντρωτισμός. Θύμα η ακαδημαϊκή κουλτούρα, η λειτουργία του πανεπιστημίου ως κοινότητας εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων.  Θα ρωτήσει βέβαια κανείς, υπήρχε ακαδημαϊκή κουλτούρα και κοινότητα στην Ελλάδα;  Μα, θα απαντούσα, γι’ αυτό λέμε ότι υπάρχουν μεταρρυθμίσεις και «μεταρρυθμίσεις».   Υπάρχουν αλλαγές   που βασίζονται στη δυσπιστία και στην καχυποψία, που επιβάλλουν την ετερονομία και την τιμωρία,  και αλλαγές   που βασίζονται στην εμπιστοσύνη και θέλουν να ενισχύσουν την αυτονομία, τη συμμετοχή και τη  δημιουργικότητα των ανθρώπων. Το δίλημμα επομένως δεν είναι μεταρρυθμίσεις ή στασιμότητα.  Υπάρχουν «μεταρρυθμίσεις» και μεταρρυθμίσεις. Αλλά τώρα,  είναι οι πρώτες που δυστυχώς προτείνονται.

July 2, 2011

Η κρίση και το έθνος

 

Το βάθος και η έκταση της σημερινής κρίσης,   δεν μπορεί να αφήσει το έθνος ανεπηρέαστο. Το έθνος είναι συνειδησιακό φαινόμενο, και η  εθνική συνείδηση δεν αποτυπώνει απλώς την ιστορία, αλλά   αναπαράγεται στο σημείο όπου οι  εμπειρίες, βιωμένες ή μαθημένες,  συναντούν τις  συλλογικές προσδοκίες, μέσα στις οποίες εγγράφονται και οι ατομικές. Εκεί οφείλεται η δυναμική της. Όταν οι προσδοκίες αντιστοιχούν και στηρίζονται στις εμπειρίες, η εθνική συνείδηση είναι δυναμική. Όταν υπολείπονται, ή αποσυσχετίζονται είναι αδύναμη. Αλλά ό,τι  ζούμε στη σημερινή κρίση είναι κυριολεκτικά η  κατάρρευση αυτής της σχέσης. Για ποιες συλλογικές προσδοκίες θα μπορούσαμε να μιλήσουμε σήμερα; Ποιο μέλλον θα μπορούσαμε να φανταστούμε για αυτή τη χώρα; Αλλά εξίσου ασταθές είναι και το παρελθόν μας. Παρελθόν πελατειακών σχέσεων, διεφθαρμένων κυβερνήσεων και ανομίας, ή παρελθόν προσπαθειών και σταδιακής βελτίωσης;   Ένδοξο παρελθόν, ή παρελθόν χώρας-παρία;  Το δημόσιο αίσθημα βρίσκεται σε σύγχυση και είναι βαθειά πληγωμένο.  Αντί προσδοκιών, η ματαίωσή τους.    

Βέβαια οι μεγάλες  κρίσεις  δεν  διαλύουν αναγκαστικά τα έθνη, αλλά ούτε οδηγούν αναγκαστικά σε  νέα αρχή.   Ο τελευταίος μεγάλος  πόλεμος σήμαινε μια βαθειά κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης και   προκάλεσε  τους προβληματισμούς που έθεσαν σε κίνηση την  ευρωπαϊκή  ενοποίηση.  Σε άλλες χώρες όμως η κρίση κατέληξε στην κυριαρχία μιας αρνητικής συνείδησης, κατεδάφισε την αυτοπεποίθηση και τον αυτοσεβασμό τους για δεκαετίες.  Και ακόμη, την κρίση της εθνικής συνείδησης δεν μπορούμε να την δούμε χωρίς να υπολογίσουμε την   μεγάλη κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης, γιατί πλέον  οι  εθνικές εμπειρίες συναντούν τις προσδοκίες από το κοινό ευρωπαϊκό μέλλον.  Και η κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.   Σε όποια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα κι αν βρεθείς, με όποιον κι αν συζητήσεις, αν τυχόν αναφερθείς στους θεσμούς, στις διαδικασίες και στην ηγεσία της ευρωπαϊκής ένωσης θα διαπιστώσεις μια γενικευμένη δυσφορία και αποδοκιμασία. Αυτό δεν σημαίνει αντι-ευρωπαϊσμό. Κανείς δεν είναι αντιευρωπαϊστής, γιατί δεν υπάρχουν περιθώρια να ταυτιστεί με οτιδήποτε άλλο εκτός Ευρώπης, ό,τι κι αν υποστηρίζει. Ακόμη και η λαϊκή Ακροδεξιά, υπέρ της Ευρώπης και της εθνολογικής της καθαρότητας τάσσεται. Η κατηγοριοποίηση σε ευρωπαϊστές και αντι-ευρωπαϊστές είναι παραπλανητική.   Η σημερινή κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης είναι κρίση   συνείδησης των Ευρωπαίων. Είναι κρίση   πολιτικής   συνείδησης, γιατί η Ευρώπη είναι πολιτικό πρόγραμμα, όχι αφηρημένες μακρινές πολιτισμικές «ρίζες». Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να αντιληφθούμε και την  κρίση της ελληνικής εθνικής συνείδησης, γιατί, από τη δημιουργία της, προοδευτικά, συναρτήθηκε με  την   ευρωπαϊκή. Ποιο μέλλον προσφέρουν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες σήμερα στους Ευρωπαίους; Ένα μέλλον δυσπιστίας,  περιχαράκωσης, φόβου.

Αλλά η  κρίση   συνείδησης δεν αποτυπώνει απλώς την οικονομική  κρίση. Είναι μια δυναμική συνιστώσα της γιατί διαμορφώνει πολιτική κουλτούρα, συμπεριφορές, βαθύτερες παραδοχές του πολιτικού. Έχει πολιτικές συνέπειες. Και η συνείδηση δεν αντανακλά το σωστό ή το λάθος, το ακριβές ή το μυθώδες. Γι αυτό βλέπουμε μια ατμόσφαιρα αναζήτησης αποδιοπομπαίων τράγων για την κρίση και τη δαιμονοποίηση των αιτιών που τη δημιούργησαν στο πρόσωπο των Ελλήνων. Παρόμοιο ανθελληνικό πνεύμα στα λαϊκά ΜΜΕ   δεν είχαμε ξαναδεί μετά την αντιστροφή του φιλελληνισμού και τους Βασιλείς των Ορέων του Εδμόνδου Αμπού στα μέσα του 19ου αι.. Στο ίδιο πλαίσιο βλέπουμε την αναβίωση ενός εσωτερικού ευρωπαϊκού οριενταλισμού, την άνοδο ενός νέου εθνικιστικού λαϊκισμού σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και στις βόρειες που διακρίνονταν για τη δημοκρατία και την ανεκτικότητα.  Η σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική συνείδηση, όπως άλλωστε και η ελληνική, αναπτύχθηκαν σε έναν άξονα που εξασφάλιζε   ευημερία, συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες και δικαιώματα του πολίτη, διεύρυνση της πολιτικής συμμετοχής στις αποφάσεις και κράτος πρόνοιας.    Σε ποια πορεία βρισκόμαστε και τι θα απομείνει  από όλα αυτά;    Σαν τι θα μοιάζει η ευρωπαϊκή κοινωνία που ονειρεύονται οι τραπεζίτες που χαράζουν την πορεία σήμερα; 

Στην νεοελληνική ιστορία, το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης διαμορφώθηκε μέσα από μεγάλες κρίσεις, οι οποίες παρήγαγαν συχνά ιδεολογικούς διχασμούς που μεταμορφώθηκαν σε   πολιτικούς πολέμους, δημιουργώντας ένα έθνος με ισχυρά εθνικά αισθήματα, αλλά   βαθιά διηρημένο.  Και σήμερα βλέπουμε να γεννιέται ένας βαθύς διχασμός ανάμεσα σε   φιλομνημονιακό και  αντιμνημονιακό λόγο. Οι μεν συντάσσονται με το Μνημόνιο βλέποντας   σωτηρία στην συμμόρφωση, οι δε το εξορκίζουν, πιστεύοντας   ότι η κρίση μπορεί να ξεπεραστεί με   αλλαγή   πολιτικών συσχετισμών στο εσωτερικό της χώρας, και  ανυπακοή. Ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα υπάρχουν βέβαια εσωτερικές διαφοροποιήσεις, υβριδισμοί και μια νέα πατριωτική ρητορεία. Αλλά κυριαρχεί ανάμεσά τους   ασυμμετρία και   ασυμβατότητα,   ως προς την περιγραφή της κρίσης και των αιτιών της,  την εικόνα της ελληνικής και της διεθνούς πραγματικότητας που έχει καθένα,  τα βιώματα και τις προσδοκίες που προβάλει. Και αυτό το χάσμα δηλώνει ότι ένας νέο  εθνικό  ρήγμα ανοίγεται μπροστά στα μάτια μας που διευρύνεται καθημερινά με συναισθήματα αμοιβαίας απώθησης.  Ποια θα είναι η πορεία αυτού του διχασμού; 

Μετά τον πόλεμο, όταν ο κόσμος της Αριστεράς συνειδητοποίησε ότι θυσιάστηκε ως «προκεχωρημένο φυλάκιο της παγκόσμιας επανάστασης», την εγκατέλειψε μαζικά ή πολυδιασπάστηκε. Τι θα συμβεί όταν οι Έλληνες συνειδητοποιήσουν ότι θυσιάζονται ανώφελα,  απλώς για να κερδίσει χρόνο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε ένα πεδίο όπου το ένα ηφαίστειο φουσκώνει μετά το άλλο, χωρίς να ξέρουμε ποιο θα εκραγεί πρώτο; Τι θα συμβεί αν η χώρα αναγκαστεί να βγει ταπεινωμένη από το Ευρώ, αποσυνδέοντας την τύχη της από την Ευρώπη; Πιθανόν, η θύελλα που θα ακολουθήσει  δεν θα έχει ιστορικό προηγούμενο.  Το διακύβευμα αφορά πράγματι τη συνοχή του έθνους και τον πυρήνα της εθνικής συνείδησης.

 

July 2, 2011