Ιστορικές μεσοτοιχίες

Στη Δημοκρατία της Μακεδονίας   έχει μπει στο στόχαστρο της κριτικής   ο «εξαρχαϊσμός» ή η «αρχαιολογικοποίηση» της χώρας, δηλαδή οι συχνές-πυκνές αναφορές στην  καταγωγή  από τους  αρχαίους Μακεδόνες και τον Αλέξανδρο. Ευθύνες για την καλλιέργεια αυτών των αντιλήψεων αποδίδονται  και στους  Έλληνες πατριαρχικούς, τέλη 19ου –αρχές 20υ αι. Προκειμένου να αποσπάσουν τους Σλαβομακεδόνες από την επιρροή των Βουλγάρων και τη Βουλγαρική σχισματική εκκλησία,  τους βεβαίωναν  πως  ήταν απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων.  Αλλά και οι Βούλγαροι διεκδικούσαν αυτή την   κληρονομιά. Ο  Γκεόργκι Ρακόφσκι, από τους πατέρες του βουλγαρικού έθνους,   όταν σπούδαζε στην Αθήνα εξελλήνισε το όνομά του ως Γεώργιος Μακεδών. Ο βούλγαρος στρατηγός Κύρκοφ εξέδωσε   προκήρυξη στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, καλώντας τους στρατιώτες του να  «ξαναζωντανέψουν τη φήμη του μεγάλου βούλγαρου Αλέξανδρου». Τον Αλέξανδρο τον θεωρούσαν ως πρόγονό τους και οι Αλβανοί. Ο βασιλιάς Ζόγου έκοψε, το 1926, νομίσματα με την εικόνα του (το λέκ, από το Αλέξανδρος). Ωστόσο δεν ήταν ο Αλέξανδρος η μόνη διεκδικούμενη προσωπικότητα στα Βαλκάνια.     Τον Μάρκο Μπότσαρη, τον διεκδικούν και οι Αλβανοί, ως συγγραφέα του ελληνοαλβανικού λεξικού,   οι Βούλγαροι ως Bodjar,  ακόμη και οι Ρουμάνοι ως Marcu Botzari,  που μιλούσε κουτσοβλάχικα. Ωστόσο δεν είναι μόνο στα Βαλκάνια που έναν ήρωα τον διεκδικούν περισσότεροι λαοί. Τον Ανταμ Μικίεβιτς, το    εθνικό  ποιητή των Πολωνών, τον διεκδικούν και οι Λιθουανοί, ως το άνθος του λιθουανικού πνεύματος. Και μια ο λόγος για ποιητές, όταν έγινε η μετακομιδή των λειψάνων του Ούγκο Φώσκολο,  στη Βασιλική  του Σάντα Κρότσε στη Φλωρεντία, το 1871, ο Έλληνας πρεσβευτής δεν παρέστη γιατί η Ελλάδα τον διεκδικούσε ως Έλληνα ποιητή, συμπατριώτη άλλωστε του Κάλβου και του Σολωμού.

Τα παραδείγματα αυτά, που μπορούν να πολλαπλασιαστούν με αναφορές σε διεκδικούμενα σύμβολα, τραγούδια, θρύλους, ονόματα περιοχών, πόλεων, αγίους, γλώσσες, αλφάβητα, καλλιτεχνικά μοτίβα κλπ,  αποτελούν   ιστορικές μεσοτοιχίες.  Μεσοτοιχίες  που ενώνουν   και χωρίζουν.  Ανάμεσα στην Νορβηγία και στη Σουηδία, υπήρχαν εκατό χρόνια συμβίωσης. Μετά τη διάλυσή της,  κάθε χώρα διεκδικεί με διαφορετικό τρόπο την εξιστόρησή της. Με τον ίδιο τρόπο η Αυστροουγγαρία,   έχει γεννήσει διαφορετικές και αντιτιθέμενες ιστορίες όχι μόνο ανάμεσα στις διάδοχες χώρες,     αλλά και στο εσωτερικό τους.     Ιστορικές μεσοτοιχίες ανάμεσα στη Γερμανία και την Αυστρία, ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία (Αλσατία και Λωρραίνη), ανάμεσα στη Γερμανία και τη Δανία (Σλεσβιχ-Χολστάϊν), ανάμεσα στην Γερμανία και την Πολωνία, ανάμεσα στη Φιλανδία και τη Ρωσία (Καρελία), ανάμεσα στην Ουγγαρία και τη Ρουμανία (Τρανσυλβανία) και βέβαια πολλές στα Βαλκάνια, ανάμεσα σε Ελλάδα,     Τουρκία  και   Βουλγαρία   (λ.χ. ιστορική Θράκη). Κοινές κληρονομιές, αμφισβητήσεις, σφετερισμοί,    επικαλύψεις,  υβριδικές    και μεταβατικές ταυτότητες,   γραμμένες  πότε με μελάνη, πότε με αίμα.

Αλλά και κληρονομιές αδιάθετες. Ποιος διεκδικεί    τους ελληνόφωνους, αλβανόφωνους, βλαχόφωνους και σλαβόφωνους Μπεκτασήδες, τους Ντονμέδες της Θεσσαλονίκης, τους Λινοβάμβακους ή Κλωστούς της Κύπρου, τους Οφλίτες, ή Σταυριώτες ή Κρωμλήδες του Πόντου; Μεταξύ χριστιανισμού και ισλαμισμού, μεταξύ εβραϊσμού και ισλαμισμού, ή   ξεχωριστές θρησκείες;  Με ποια κριτήρια  εθνικά ή θρησκευτικά θα   ταξινομούσε  κανείς τους Γκαγκαούζους των Βαλκανίων, τους Καραμανλήδες της Καππαδοκίας,  τους  Λαζούς και τους Μπαφραλήδες των ορεινών περιοχών του Πόντου, τους  Κονιαραίους ή τους Καρατζοβαλήδες της Μακεδονίας, τους τουρκόφωνους ή αραβόφωνους Αλεβίτες της Ανατολίας, τους Κιζίλμπασηδες,   τους Γιουρούκους, τους Πομάκους, τους Ζεϊμπέκες, τους Κιρκάσιους, τους Βόσνιους,     τους Αθιγγάνους, τους Τουρκοκρητικούς, τους Βαλαάδες, τους Τουρκογιαννιώτες ή τους Τσάμηδες, τους Μαρωνίτες, τους Χαλδαίους και τους Προχαλκηδόνιους, ή τους Μελχιταριστές;  Παράξενα και ξεχασμένα ονόματα, ωστόσο στις αρχές του 20ου αιώνα προσδιόριζαν ταυτότητες.

Και καλά, όλες αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες αποτελούνταν από  ανθρώπους που δεν είχαν αποκτήσει   συνείδηση της γλώσσας, του πολιτισμού και της ιστορίας τους. Αλλά οι μορφωμένοι;  Ο Σάμι Φράσερι (Sami  Frashëri ή  Şemseddin Sami) ήταν ένας Αλβανός Οθωμανός αξιωματούχος που υποστήριζε και την μακροημέρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και την ευημερία της Αλβανίας κάτω από τις φτερούγες της. Ο Οττο Μπάουερ ήταν ένας Βιεννέζος σοσιαλιστής, ο οποίος ήθελε τα έθνη ως κοινότητες που θα έχουν την ευθύνη της ηθικής και πολιτισμικής τους ανάπτυξης να συνυπάρξουν στο περίβλημα    των μεγάλων αυτοκρατοριών. Ακόμη και το ίνδαλμα των ελλήνων εθνικιστών,  ο Ίων Δραγούμης ενάλλασσε με το ίδιο πάθος   κοσμοπολιτισμό και εθνική ανωτερότητα. Παρόμοιες τάσεις δεν ήταν καθόλου περιθωριακές. Ο «ελληνοοθωμανισμός»  ήταν μια τάση κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ανάμεσα στα ηγετικά στρώματα των Ρωμιών της Κωνσταντινούπολης,     σύμφωνα με την  οποία  το μέλλον υπαγόρευε τη συνεργασία του ελληνικού και του οθωμανικού στοιχείου μέσα στο πλαίσιο μιας ενιαίας αυτοκρατορίας. Η επανάσταση των Νεοτούρκων, 1908, και η προσδοκία συνταγματικής μεταβολής της Οθωμανική αυτοκρατορίας  θεωρούνταν, από   τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που σε λιγότερο από τρία χρόνια θα ηγείτο του πολέμου εναντίον της, ως «μετριόφρων πραγμάτωσις της ελληνικής Μεγάλης Ιδέας»!

Τι μας λένε όλα αυτά; Να αντιμετωπίζουμε φιλικά και όχι εχθρικά τις μεσοτοιχίες.

ΕφΣυν 5.3.2018